Το πλοίο είχε αρχικά ναυπηγηθεί το 1949 στη Γλασκόβη ως δεξαμενόπλοιο και μετονομάστηκε σε «Ηράκλειον» μετά από την μετατροπή του σε οχηματαγωγό το 1964 για λογαριασμό της εταιρείας των Αδελφών Τυπάλδου. Είχε χωρητικότητα 8.922 κόρων, μήκος 498 ποδιών και δυνατότητα μεταφοράς 1.000 επιβατών και 300 αυτοκινήτων. Η μετατροπή αυτή απαιτούσε σημαντικές αλλαγές, όπως η αφαίρεση υποκαταστρωμάτων και 200 τόνων βάρους.
Το δρομολόγιο καθυστέρησε αρχικά, λόγω καθυστέρησης ενός φορτηγού ψυγείου βάρους 25 τόνων, που μετέφερε εσπεριδοειδή. Αν και ο λιμενάρχης Χανίων είχε επιφυλάξεις και τονίζει την επικινδυνότητα λόγω του βάρους, το φορτηγό εν τέλει φορτώθηκε χωρίς τηρώντας τους απαιτούμενους κανόνες ασφαλείας.
Στις 2 τα ξημερώματα της 8ης Δεκεμβρίου, το πλοίο βρισκόταν κοντά στη βραχονησίδα Φαλκονέρα, όταν ο κλυδωνισμός του έγινε έντονος. Το φορτηγό ψυγείο, που δεν ήταν ασφαλισμένο, παλινδρομούσε συχνά και με ένα δυνατό χτύπημα, σπάει τη μία από τις δύο μπουκαπόρτες. Νερά άρχισαν να εισβάλλουν στο πλοίο και ο ασυρματιστής μόλις πρόλαβε να εκπέμψει σήμα κινδύνου.
Το «Ηράκλειον» βυθίστηκε γρήγορα σε βάθος 600 – 800 μέτρων. Οι διασώσεις έφτασαν μόνο μερικές ώρες αργότερα, με 47 επιζώντες και 25 σορούς να εντοπίζονται. Η είδηση του ναυαγίου προκάλεσε σοκ στην Ελλάδα, με δεκάδες ανθρώπους να συρρέουν στα γραφεία της εταιρείας.
Η βύθιση του πλοίου προκάλεσε ποικίλες αντιδράσεις στην κοινωνία και οδήγησε σε νομικές διαδικασίες. Η δίκη των υπευθύνων ξεκίνησε το 1968, αποκαλύπτοντας βαρύτατες ευθύνες του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας για ανακριβή πιστοποιητικά. Οι ποινές που επιβλήθηκαν θεωρήθηκαν πολύ επιεικείς από τις οικογένειες των θυμάτων.
Η τραγωδία αυτή αποτέλεσε αφορμή για να εστιάσει το ελληνικό κράτος στις διαδικασίες ασφάλειας για τα επιβατηγά πλοία. Το ναυάγιο του «Ηράκλειον» έχει μείνει στην ιστορία, καθώς μπόρεσε να αφυπνίσει τις αρχές και να επιφέρει αλλαγές στον τομέα της θαλάσσιας ασφάλειας.
Πηγή: newsbomb.gr