Η εκπαίδευση στο διαλογισμό ήταν μέρος μιας σειράς μυστικών προγραμμάτων που χρηματοδοτήθηκαν από τη CIA από το 1972 έως το 1995, ερευνώντας τις δυνατότητες επέκτασης της ανθρώπινης συνείδησης και δυναμικού για στρατιωτικές και κατασκοπευτικές ανάγκες. Ορισμένα από αυτά είχαν στόχο την ψυχική κατασκοπεία, ενώ άλλα, όπως το βιβλίο εργασίας, επικεντρώνονταν σε πιο πρακτικούς φυσικούς στόχους. Το έγγραφο υποστήριζε ότι η βελτίωση του φυσικού εαυτού μπορεί να επιτευχθεί με συγκεκριμένες ασκήσεις φαντασίας και συγκέντρωσης.
Μια επιπλέον μέθοδος που περιγράφεται στο βιβλίο βοηθά τους χρήστες να θυμούνται χαμένες αναμνήσεις. Συγκεκριμένα, καλείται ο χρήστης να κλείσει τα μάτια και να αγγίξει τα δάχτυλα του δεξιού του χεριού στο κέντρο του μετώπου του για να ανακαλέσει οποιαδήποτε εμπειρία της ζωής του.
Σήμερα, ο διαλογισμός παραμένει κεντρικό στοιχείο της προσέγγισης του Ινστιτούτου Μονρόε για τη διαχείριση του πόνου, όπου πλέον χρησιμοποιούνται και ηχογραφήσεις Hemi-Sync. Αυτή η τεχνολογία προάγει τον συγχρονισμό του αριστερού και του δεξιού ημισφαιρίου του εγκεφάλου, ενισχύοντας τη συνείδηση. Σύμφωνα με έρευνες, ο διαλογισμός μπορεί να εκπαιδεύσει τον εγκέφαλο να παρακάμψει τα μηνύματα πόνου, προσφέροντας ανακούφιση.
Έξι χρόνια μετά τη σύνταξη του «Gateway Intermediate Workbook», η INSCOM ανέθεσε μια μελέτη σχετικά με τη διαδικασία Gateway, η οποία αναγνωρίστηκε από τον αντισυνταγματάρχη Wayne M McDonnell για την ικανότητά της να ενισχύει τη συγκέντρωση και τη δύναμη. Ανέφερε ότι υπάρχει επιστημονική βάση για να θεωρηθεί η Gateway αληθοφανής στην επίτευξή της.
Πηγή: newsbomb.gr