Μετά το ναυάγιο, ο Ismay έγινε στόχος μιας σφοδρής εκστρατείας συκοφάντησης από την ειδησεογραφία της εποχής, με τακτικές να τον αποκαλούν «τον μεγαλύτερο δειλό στην ιστορία». Συγκεκριμένα, κατηγορήθηκε ότι πίεσε για αύξηση της ταχύτητας του πλοίου και ότι περιόρισε τα κόστη στην κατασκευή του, θέτοντας σε κίνδυνο την ασφάλεια των επιβατών. Οι κατηγορίες αυτές, παρόλο που δεν υποστηρίχθηκαν από τις επίσημες έρευνες, επηρεάσαν δραματικά την ψυχολογία και την δημόσια εικόνα του Ismay.
Εν μέσω αυτού του κλίματος, η ταινία του 1997 του James Cameron «Τιτανικός» εδραίωσε ακόμα περισσότερο την αρνητική εικόνα του Ismay. Παρά τις προσπάθειες του σκηνοθέτη να αποτυπώσει την ιστορία με ακρίβεια, η δραματοποίηση του Ismay ως εγωιστή επιχειρηματία που εγκατέλειψε τους άλλους επιβάτες διαμόρφωσε μια παραμόρφωση της πραγματικότητας.
Η ζωή του Ismay μετά την καταστροφή ήταν γεμάτη θλίψη και απομόνωση. Παραιτήθηκε από τη θέση του στη White Star Line και αποσύρθηκε από τη δημόσια ζωή, παρότι συνέχισε να προσφέρει ανθρωπιστικό έργο. Κουβαλούσε διαρκώς το στίγμα της φήμης του και η ψυχολογική του κατάσταση επιδεινώθηκε, φτάνοντας στο σημείο να περνάει τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του υπό την επιρροή του αίσθηματος ενοχής.
Καθώς περνούν οι δεκαετίες, η ιστορία του Ismay επανεξετάζεται και προσφέρεται μια πιο ισορροπημένη άποψη για την εμπλοκή του με τον Τιτανικό. Η εξερεύνηση των αρχείων και των μαρτυριών επιζώντων αναδεικνύει ένα διαφορετικό πρόσωπο, που βοήθησε στην εκκένωση του πλοίου και επηρεάστηκε βαθιά από την τραγωδία. Η αναθεώρηση της δημόσιας αντίληψης για τον Ismay μας υπενθυμίζει πόσο εύκολα μπορεί η ιστορία να παραποιηθεί, με αποτέλεσμα ανθρώπινες ζωές να στιγματίζονται για παραπάνω από έναν αιώνα.
Πηγή: newsbomb.gr